Συνειδητοποιώ την ενοχή μου κι έτσι αρχίζει η λαγνεία της αμαρτίας. Μπαίνω ως πρωτοσύγκελος στο ιερό των αμαρτιών. Ιερουργώ στο χώρο των απαγορευμένων ηδονών. Στον κήπο των τέρψεων. Με όλη την ανδρική μου περηφάνια κόβω το σύρμα με την τανάλια. Το σιδερόφραχτο μαντρί αφήνω πίσω. Αφήνω στην μονομαχία των ηθών τους τον κοινωνικό αφρό. Τους άριστους αιρετούς που εξέλεξε ο κοσμάκης. Ο ανάπηρος κοσμάκης. Ο κοσμάκης ο ετερόφωτος απ’ τους ηρωισμούς των άλλων. Ο κοσμάκης ο αποφασισμένος να φορτίζει περίλυπος τον εξανδραποδισμό του. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει την καύλα και τον έρωτα της αμαρτίας. Εκεί στον πάτο της ενοχής των άλλων εμένα μού τρέχουν ζουμιά. Όταν δεν είσαι έτοιμος να ξεμάθεις κι απ’ την ελαφρότητα του συμβιβασμού να περάσεις στα μπούτια κάτω απ’ τη φούστα το λαρύγγι σου να ξεδιψάσει ανήκεις αλλού. Πρέπει να θέλεις να γίνεις ρουφήχτρα και βουλιμικό μοσχαράκι. Να θέλεις να σπείρεις τα χείλη σου στις…
Δείτε την αρχική δημοσίευση 97 επιπλέον λέξεις